|
η волнения, беспорядки (в стране) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово волнения? — αναλωμή как на (ново)греческом будет слово беспорядки? — αναλωμή как с (ново)греческого переводится слово αναλωμή? — волнения, беспорядки — μονοπόρτι — φεστόνι — αναζώνω — μαργαριτάρι — ελαιοτυπία — αμόλλημα — χαλικοδόμος — ελαιοτρίβης — φτωχικός — απαρακώλυτος — οργανογόνος — φωτορύπανση — αρτοζαχαροπλάστης — προειρημένος — κακοπέφτω — υπόστροφος — κρούση — προσωδιακός — προστυχόμουτρο — ακόνημα — Θεοφάνεια |
|||