|
ο ломка голоса (у юношей) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ломка голоса? — τραγισμός как с (ново)греческого переводится слово τραγισμός? — ломка голоса — μονοτυπικός — ξεσαμαρώνω — δήποτε — πλατέως — πρωτοβουλία — μπαλσαμώνω — ωτοειδής — φθόγγος — γοερότης — ενδοκάρδιον — μελανωπός — καταπάτηση — επιφυλάσσομαι — δάχτυλας — πισωβελονιά — εναγωνίως — μαυροτσούκαλο — διαβολεμένος — νοολογία — πολεμοχαρής — κορδελλού |
|||