Новогреческий словарь
ξεστυλώνομαι
ξεστυλώνομαι
физически истощаться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
физически истощаться
? —
ξεστυλώνομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξεστυλώνομαι
? — физически истощаться
#
(ново)греческий словарь
—
αμαξοσπάστης
—
γειά
—
επιστημονικά
—
ομοιοθερμία
—
ερωτιάρικος
—
βλεννορραγία
—
αρχειοθέτης
—
δημηγορικός
—
βρωμόγλωσσος
—
σιδηρουργία
—
κριόμορφος
—
εξάδερφος
—
λιμνοθάλασσα
—
σταυροπάτης
—
γυαλίζω
—
έντοκος
—
αυθεντικόν
—
μισοτιμής
—
αυτόκλειστο
—
σέρζ
—
γαμβροθήρας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,