|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φυγοδικέω? — — υπέρταση — υαλοποίηση — υποδηματοκαθαριστήριο — διχάζω — πολύ — βραγχιακός — σακαράκας — αψηλάφιστος — βιοδιασπώμενος — ατμοποίηση — πομφολυγώδης — συνεκφώνηση — καμιά — τακτοποιώ — μαγκαρία — δεκάρικος — αχρόνιαστος — σπάρσιμο — πάνθηρας — εμπιστευτικά — ετεροκαρπία |
|||