εξετρίβην

формы словаβ
εξετρίβην
παθ. αόρ. от εκτρίβω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εξετρίβην? —


αντέτιτρικλόςπρίνδίνησηυπηρέτριααβαθμίδωτοςπερσικόςτρυσμόςκαταλαλητήςτεκνογονίαασύμπονοςανίερανυμφώντραγανόςκένωσηπρόχειρακλώστραοξαλικόςικτερικόςμόχθοςπαρωδώ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit