|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διακυβερνητικός? — — τουρκόφιλος — ριψοκίνδυνος — ακαλαισθησία — μερικεύω — αναθεμελιωτής — φουμίζω — εξοβελίζω — νεκρός — ομοιόθερμος — ουράλιος — υποκαπνισμός — αβόσκητος — πνιγηρός — διεθνής — αναρρίπισις — παραδειγματάκι — λατρευτικότητα — αθεάτριστος — φυγόμαχος — ολοκληρωματικός — ξετινάζω |
|||