|
η уничтожение вшей; дезинсекция #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово уничтожение вшей? — αποφθειρίαση как на (ново)греческом будет слово дезинсекция? — αποφθειρίαση как с (ново)греческого переводится слово αποφθειρίαση? — уничтожение вшей, дезинсекция — ανάφρυδος — ονομασιολογικός — ρεύμα — ξυλουργώ — βρομισμένος — βιβλιοθηκονομία — αγαρμπος — καστελλάνος — απόκοσμος — παντογνώστης — ασφαλτοφόρος — θυμιάζω — γιαουρτόσουπα — εκτόπλασμα — βορειοανατολικός — απολίθωμα — σποραδικότητα — τσιρίδα — ακαθύβριστος — υπερκεράτωσις — θερίστρια |
|||