|
ο хорист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хорист? — χορωδός как с (ново)греческого переводится слово χορωδός? — хорист — πλύντρια — υμνολόγημα — αυτόχρους — ψυχαναγκασμός — βουβός — λογάω — σπαργανώνω — ποντιάς — μαχμούρισσα — μουγκαλίζω — μεσαιωνικός — βίαος — σιγαρέττο — δίπορτο — χειμερινός — αφίπταμαι — άχτι — πολυφορτώνομαι — ρόλος — δρύφρακτο — πρόκριση |
|||