|
ο мед. миограф #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово миограф? — μυογράφος как с (ново)греческого переводится слово μυογράφος? — миограф — μυροβόλος — ακονιστικός — νύχτωμα — όμβριος — αντισπασμωδικός — απορροφάω — ακλαστος — μικροφυτικός — λαθρέμπορας — κατοίκηση — μελτέμι — αλχημιστής — πλινθοποίηση — θερμασιά — ανυψώνω — ενορχήστρωση — βιολετί — αξέφραστος — αποκοτιαίνω — καταισχύνη — αλαφάκι |
|||