Новогреческий словарь
τυχερό
τυχερό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τυχερό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
νικηφόρος
—
αστερακάνθιον
—
αλευροποίηση
—
πολεμοπαθής
—
καρυδόπιττα
—
αρχοντιλίκι
—
ειρηνισμός
—
ξεμυαλίστρα
—
αγροίκητος
—
γλωσσοδίφης
—
πισινά
—
ριζό
—
αυτόκλειστο
—
προεισαγωγή
—
σπογγώδης
—
χαράτσωμα
—
παγοκολώνα
—
λαρυγγολόγος
—
ατσάλωση
—
μαθήτευση
—
διπλάρι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,