|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σαπωνίτης? — — κηδεμόνας — υπερκαταναλωτισμός — ξεμοναχιασμένος — αμπροσταίνω — γαλακτοσάκχαρο — γύψωμα — βάσκος — γλυκοαίματος — κοσκινιστός — γουνοφόρος — αδιαποίκιλτος — περιδρομόχορτο — επέρσι — παρασόκακο — οχληρός — κακοπαντρειά — έφοδος — αγριαρακά — χιλιμιντράω — ένσημος — δημοκοπικός |
|||