|
(-ιδος) η мед. омфалит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово омфалит? — ομφαλίτις как с (ново)греческого переводится слово ομφαλίτις? — омфалит — πλάκα — κολοκυθόσουπα — ενενηντάρης — εγκόλαψη — αμίσθωτος — ελεεινός — περιδέω — λυκειάρχης — βλασφημητικός — αποστραγγιστήρας — είδος — ξεγράφομαι — αναγιγνώσκω — κακοκαρδισμένος — μίγδην — καραγκούνικος — ακτίς — στέγασμα — ελλειπής — παραμιλώ — χορωδία |
|||