Новогреческий словарь
εκγαλλίζω
εκγαλλίζω
офранцуживать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
офранцуживать
? —
εκγαλλίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκγαλλίζω
? — офранцуживать
#
(ново)греческий словарь
—
αστραποβροντάω
—
γειτονοπούλα
—
δίαρχία
—
κατάβρεγμα
—
οδόμετρο
—
νεβρός
—
ψηλοκρατώ
—
στύλωμα
—
γαστέρα
—
εβδομηκονταετηρίδα
—
ρινίδι
—
διαπήδησις
—
μάργωμα
—
στειφτός
—
μάζα
—
αφρικανός
—
προηγούμαι
—
γαλακτοσάκχαρο
—
επιναυπηγός
—
σωτήριος
—
νοδάρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,