|
радиовещательный; ~ σταθμός — радиостанция; ~ή ομιλία — выступление по радио #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово радиовещательный? — ραδιοφωνικός как с (ново)греческого переводится слово ραδιοφωνικός? — радиовещательный — αφέντης — μετανοώ — Κεραμικός — δικαιοκρίτης — σχοίνο — επίπαστος — γενναίος — Φραγκισκανοί — παλιόκορμο — διακυβερνητικός — λυκιδεύς — αποστατικός — αμοιβοειδής — κλεφτά — παραλογίζομαι — κινηματογραφώ — μετάγγισμός — αθεμέλιωτος — μαζικά — υποθήκη — μπορντέλλο |
|||