|
η едкость, язвительность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово едкость? — δηκτικότητα как на (ново)греческом будет слово язвительность? — δηκτικότητα как с (ново)греческого переводится слово δηκτικότητα? — едкость, язвительность — καρδιοχειρουργός — ασφυκτικός — φαγοκυτταρικός — εξαωδία — καβαλάρισσα — ανεπίβλεπτος — ασκητής — μυρμηγκιά — επαύξησις — πριτσινάρισμα — ακρόστροφος — πηλώδης — κβάντουμ — μπακανιάζω — αρχιγονία — εγγόμφωση — ασκοπήρα — πρόσχαρος — ανασάλεμα — προσμιγνύω — φαλσέττο |
|||