|
η биол. хитин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хитин? — χιτίνη как с (ново)греческого переводится слово χιτίνη? — хитин — τυποτηλεγραφία — κατασκευασμένος — εύρεση — γλυκόμιλος — διαπορητικός — σάτιρα — σταχωμένος — λαδόκολα — υδροκλιματολογία — χονδρεμπόριο — κόμη — φραγγέλιο — ντεπό — ατμοσίδερο — λίκνιση — σαπωνοποιός — συνδιαλλαγή — ηφαιστειολόγος — θρησκόληπτος — γυφτιά — ελατηριωτός |
|||