Новогреческий словарь
αναστάσιμος
αναστάσιμος
пасхальный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пасхальный
? —
αναστάσιμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναστάσιμος
? — пасхальный
#
(ново)греческий словарь
—
αναδακρώνω
—
σολομός
—
ονειροπόλος
—
ηγούμενος
—
άπαντα
—
ολοφάνερα
—
σανιδώνω
—
τετράδυμα
—
στολίστρια
—
κατέρχομαι
—
ραστώνη
—
αποχώνω
—
αισχρόλογο
—
αποσκάπτω
—
θεληματίας
—
ανυντριά
—
χαλκογράφος
—
αιμοδιψής
—
ανακέφαλος
—
δούκας
—
ακανθοειδής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве