|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τολμηρά? — — απειλητικός — δηκτικώς — στροβιλιά — λοξυγγιάζω — παλιάτσος — απεικαστό — κουρνιασμένος — τσορματζής — τσέρι — τσουρουφλιστός — ιούτα — βαπορίσιος — αναβρυτήριο — επίμεμπτος — αστητος — βεβαίωση — κλυδωνισμός — γεωγραφικός — απεκδύομαι — κωδικοποιούμαι — μάγειρας |
|||