|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σελώνω? — — αλληλέγγυος — μεϊντάνι — ορθοτομώ — εξαγωγικός — λιακωτό — πλέξιμο — ιπποτισμός — κατακάθι — πολυανδρικός — μοχλοβραχίων — ανυπαγόρευτο — μολυβοκοντυλιά — μυριο- — χαμηλόφωνα — ροτόντα — αμελκτός — μελαμβαφής — γαράτο — διευρύνω — δηλητηριώδης — ολοσχερώς |
|||