|
η карьеризм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово карьеризм? — αρχοθηρία как с (ново)греческого переводится слово αρχοθηρία? — карьеризм — μ.μ. — αποθηκοφύλακας — αερογάμης — ομοιότυπο — γλείμμα — κελευστής — αμυλώδης — άκλητος — κουρά — ακανθοειδής — εφίζηση — άπωσον — βιοποριστικός — διορία — προσηλώνομαι — φαλίδωμα — ακταίωρος — αλχημιστικός — ασυγκόλεστος — χάλαση — καφετζής |
|||