|
снова приближаться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово снова приближаться? — ξαναζυγώνω как с (ново)греческого переводится слово ξαναζυγώνω? — снова приближаться — αντιστρεφόμενος — νιάτα — λιγνίνη — φόμπ — επίλεπτος — αδαμαντωρύχος — γραφομανής — σεισμικότητα — σκοτίζομαι — νερούλιασμα — μακροκάνης — ψαλιδίζω — συγκοιμώμαι — ηγμένος — άστρεπτος — κοπαδιάρικος — σάστισμα — κατακλίνομαι — θαλάσσωμα — ειδώς — ασατίριστος |
|||