|
вдумчивый #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σκεφτικός? — — πετσέτα — καψούλλι — ανθελμινθικός — Χριστούγεννα — αντίφραγμα — τηλεαυτοματική — αποθεσιμιό — κουτσοδόντης — κυάνιο — ξαντικός — ξεκακιώνω — χαζοφέρνω — υδρογονούχος — ξημέρωμα — μαρινάτος — επουλωτικός — παριστορώ — χαρτογραφία — φωτογραφία — σαρκαστικότητα — προτιμώντας |
|||