Новогреческий словарь
ορειχαλκουργός
ορειχαλκουργός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ορειχαλκουργός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
απολυμαντικός
—
χοντρο-
—
ξεπίτηδες
—
μηχανοθεραπεία
—
Αιθίοπας
—
επταετηρίδα
—
πληρώννομαι
—
παροχετευτικός
—
ακρωτηριασμός
—
ελικοτομία
—
σκληρόκαρδος
—
αυτοδιαψεύδομαι
—
μαυρισμένος
—
παραβάτης
—
προφυλακτήρας
—
συναριθμώ
—
φιλοσοφικός
—
μηχανικό
—
αντιπαρέχω
—
εξακουσμένος
—
κατακαλόκαιρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве