|
легко, без труда #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово легко? — ανίδρωτα как на (ново)греческом будет слово без труда? — ανίδρωτα как с (ново)греческого переводится слово ανίδρωτα? — легко, без труда — φουρνιά — αβερτοσύνη — παρείσφρηση — αποξεραίνομαι — επιζήτητος — εμπροθέσμως — επανοπλίζω — ραγδαίος — αμνηστικός — κατάθλιψη — περασιά — υγρογράφος — αταχτοποίητος — κυπαρισσέλαιον — διερμηνέας — διασαλεύω — ιατός — ακριτοέπεια — πειστικότητα — αφήνομαι — αναδιπλώ |
|||