|
η наследница (законная) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово наследница? — κληρονόμα как с (ново)греческого переводится слово κληρονόμα? — наследница — αποκοψίδι — κρυσταλλουργός — εξαμηνιαίος — στρουθοκαμηλισμός — στυλό — λογάδι — αποκρίνομαι — πεπιεσμένος — βραδυκίνητος — διφθερικός — λυσσιάζω — οστρεοκομείο — κρατικοποίηση — παρωρίτης — ηνιοχεία — φελλός — παλαιοντολόγος — κατάλευκος — μονάρχιδος — μαυρογένης — οργανοποιός |
|||