|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δακτυλόγραφος? — — αταραξία — πλατέως — βύζασμα — στελιάρι — αυτοεπαινούμαι — σουρτούκεμα — ασβεσταρειά — άτοκος — κοάζω — ανάπιωμα — συνειδητός — αποβαίνω — γιγάντινος — ψηφίζομαι — άλγεβρα — λαϊκούρα — κατσικίσιος — ιδανισμός — νεφραλγία — σταυραδέρφός — ειρηνοδικειακός |
|||