Новогреческий словарь
οβελίζω
οβελίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
οβελίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αναβαθμίς
—
μερεμετίζω
—
δοξομανία
—
λιγόπιστος
—
κατσαμάκας
—
αποκόφτω
—
ανεγκεφαλία
—
τηλεπικοινωνιακός
—
φτού!
—
ρεματιά
—
αδιαλάλητος
—
ιερός
—
αλφαδογωνιά
—
εκφεύγω
—
παρατυχών
—
ζαχαροθήκη
—
συγκατοικία
—
χλωμαίνω
—
ασφαλισμένος
—
ρωσόφιλος
—
πιονιέρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,