|
ο провожатый (для охраны) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово провожатый? — συνεβγαλτής как с (ново)греческого переводится слово συνεβγαλτής? — провожатый — ανάτριχος — γλίνη — ξυσμούρα — κελάρης — γρόσι — αμακαδόρισσα — ρετάλι — μπουγαδιάζω — ωμοπλινθοδομή — αμαλάκωτος — αναμηρυκάζω — μεμονωμένος — ομοφυλόφιλος — οπλουργός — καλοπόδαρος — αιτώ — απανεμίζω — πλεμπάγια — υποκλοπή — δαφναίος — ανώφλι |
|||