|
геол. осадочный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово осадочный? — ιζηματογενής как с (ново)греческого переводится слово ιζηματογενής? — осадочный — καφεστιατόριο — γροθάρι — χωροθέτηση — αχεριώνας — εκφαίνω — ξαναζήσιμο — λαγοκοίμητος — συμβουλάτορας — δαπάνη — γαστροεντεροστομία — χελωνίσιος — μεσοφωνηεντικός — μαντρεύω — επταπλάσιος — ετεροδημότης — ενόν — καταδολιεύομαι — τυφλωμένος — παστρικοχέρης — ορατός — εξαέτιδα |
|||