Новогреческий словарь
κυματόμετρο
κυματόμετρο
мор.
волномер
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
волномер
? —
κυματόμετρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
κυματόμετρο
? — волномер
#
(ново)греческий словарь
—
λοβιτουρατζής
—
προφανής
—
αιτιολογημένος
—
ανεμογραφία
—
σγόμπος
—
μανία
—
γρίιτσα
—
καλομελετάω
—
κάρο
—
ιμάμ-μπαϊλντί
—
αδιαχώρητα
—
γαιανθρακαποθήκη
—
βομβαρδιστής
—
διαθήκη
—
ανθελληνικά
—
φαρυγγοσκόπιο
—
απρόκοφτος
—
μετάπλασμα
—
έγχυμα
—
μεταλλοποίηση
—
αδολεσχώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве