|
η 1) засада (место); 2) шалаш охотника #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово засада? — φυλάχτρα как на (ново)греческом будет слово шалаш охотника? — φυλάχτρα как с (ново)греческого переводится слово φυλάχτρα? — засада, шалаш охотника — μπεκρολόϊ — βραχύσωμος — εντερονίς — ερυθρινος — ποτηριά — άθλησις — εκδορά — ψύλλισμα — κατασκοπεύω — ζυμεγέρτης — αγκαθωτός — εξυγιάζομαι — κοινωνικότητα — παλιοπατσαβούρα — διψομανής — αεροναυπηγός — αμνοφαγία — υπνοβατικός — πτωχοπρόδρομος — πραγματογνώμων — μουχτερό |
|||