|
η поклонница; почитательница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово поклонница? — θαυμάστρια как на (ново)греческом будет слово почитательница? — θαυμάστρια как с (ново)греческого переводится слово θαυμάστρια? — поклонница, почитательница — αλητόπαις — αλευρέμπορας — μικροβιομηχανία — βουφθαλμία — μυτοτσίμπιδο — ελεγκτής — άσπρισμα — κιτς — απογειώνομαι — συκοφαγάς — αντιφλογιά — αμαξοπηγός — μεταμοντέρνος — κατατρυπιέμαι — στείρευσις — υπόηχος — κοινοβουλευηκός — ένδεια — εκσπερμάτιση — σοδομιστής — βραχύλαιμος |
|||