|
η свирель; дудка, свистулька #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово свирель? — καραμούζα как на (ново)греческом будет слово дудка? — καραμούζα как на (ново)греческом будет слово свистулька? — καραμούζα как с (ново)греческого переводится слово καραμούζα? — свирель, дудка, свистулька — ασπροποδαρούσα — κατάβρεγμα — πολυκύμαντος — κάρτα — ξεμουρλαίνω — νεογνολογικός — κομπόστα — κοντόμαλλο — σθεναρότητα — ευγενέστερος — φρενήρης — λαμπόγυαλο — ρουσφετολογώ — λάμνω — συγκατηγορούμενος — αγιοταφίτισσα — αναγωγέας — γερεύω — καταμαρτυριά — συγκρότημα — ερυθραιμία |
|||