|
открытый настежь; ~ δρόμος — перен. широкая дорога; большие возможности #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово открытый настежь? — ορθάνοιχτος как с (ново)греческого переводится слово ορθάνοιχτος? — открытый настежь — πολυσύχναστος — ανοικοδομικός — κορνέττα — αναζωτικός — ανομοειδής — πνευμονικός — ψυχοδιαγνωστική — σανιδώνω — ολοκληρώνομαι — αιμάτωμα — φλογίζω — ρουτινιέρης — κατάκλιση — τροχιστικά — ανερώτητα — έλειος — καμπανοειδής — σπεκουλαδόρος — μισογυνισμός — ημιαυτοματικός — αγανακτώ |
|||