|
το торговля мукой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово торговля мукой? — αλευρεμπόριο как с (ново)греческого переводится слово αλευρεμπόριο? — торговля мукой — μισθός — νοικοκυρόπαιδο — — εξεύρημα — καταδολίευση — ρήγμα — αναδιπλώ — ανάλωση — εγωίστρια — δυσκολοσπόδειχτος — πλαταγώ — βοτάνισμα — μπάφρα — οινοπνευματομετρητής — Φράγκα — πεζικός — απαλείφω — νεκρός — απογδύμι — επισκευαστικά — βούθουλας |
|||