|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово άνοπτος? — — μουνόχειλα — δεψίνη — αποκεντρώσιμος — καλύπτω — δυσδιάβατος — χοιροτροφείο — μεριδίτσα — διαξιφιστής — αντίλαμπρα — χουχουριστής — παρασούσουμος — χόριο — αλογόνο — αφορτος — ψαλτικά — προοδευτικός — τυποποιώ — ρυθμιστήρας — υπερδιήθηση — δίσπαππος — κάρρο |
|||