|
η удесятерение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово удесятерение? — δεκαπλασίαση как с (ново)греческого переводится слово δεκαπλασίαση? — удесятерение — διεκπνοή — επανωσάγονο — ξεθώριασμα — στρατωνικός — ηλεκτρομετολλουργία — πρόστιμο — αλάδιαστος — δεκατίζω — οικοκυρικός — γραίδιο — νοικιάζομαι — περίτρανα — παγοπώλης — ακουαρέλα — δεκάτισμός — τότενες — παράμερα — ενδυματολόγος — κατάφρακτο — κουτσουλάω — αλληλεπίδραση |
|||