αρχαιολογία

формы словаβ
αρχαιολογία
η археология



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово археология? — αρχαιολογία
как с (ново)греческого переводится слово αρχαιολογία? — археология


μουσικοθεραπείαακούνιστοςθύρωμααγριάγκαθοαποκάρωμαγέμωσηκακίζωβιβλιοθηκάριοςχαράζωξομολογάωκακοκάμωτοςπρωταγωνίστριανεοναζίφυγομαχώβόρακαςκοθορισμένοςκηδεστήςιριδιούχοςσκόνταμαπάνθηρθρομβεκτομή




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit