|
η грам. предпоследний слог #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово предпоследний слог? — παραλήγουσα как с (ново)греческого переводится слово παραλήγουσα? — предпоследний слог — στηθοσκοπία — κίνδυνος — απειρομεγέθως — κλεφτοτόπι — στάλα — γουρουνόψαρο — ψηλαφισμός — λαφιάζω — εκβρασμός — εντατήρ — ηλεκτροθεραπεία — κουλουριαστά — ηθογράφημα — γανιάδα — φραγκορραφτάδικο — ψεύταρος — αναμοχλευτικός — μυροφόροι — βουνήσχος — επανάταξις — αμβλυωπία |
|||