|
ο минога #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово минога? — γαλιός как с (ново)греческого переводится слово γαλιός? — минога — οικολογία — άπλωμα — ανατραντάζω — αθυρογλωσσία — έχμα — δυσκινησία — γουνοφόρος — περίγειο — τετράγκωνος — ειλωτεύω — περίπτυξη — όπως — κεντιά — φυσιοκράτης — διπλασιασμός — μπερδεμένος — υπερτίμημα — ερημικά — αλαζονικά — ἑσσόομαι — ζευλόσκοινο |
|||