|
ο пахарь, землепашец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пахарь? — ζευγηλάτης как на (ново)греческом будет слово землепашец? — ζευγηλάτης как с (ново)греческого переводится слово ζευγηλάτης? — пахарь, землепашец — φοινικέλαιο — παρανόμι — συννέφιασμα — εξανθρακίζω — αφαγία — δικαιώνω — χοντρός — ανάρρηγμα — περίαπτο — πετσί — μπαϊρακτάρης — οκταπλασιάζω — μακρηγορία — ψάξιμο — μάτωμα — μεσόστρατο — ξεσκάλωμα — αυτοχρωμικός — κακόφτειαχτος — αρτόκαρπος — άθικτος |
|||