|
развитой; современный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово развитой? — εξειλιγμένος как на (ново)греческом будет слово современный? — εξειλιγμένος как с (ново)греческого переводится слово εξειλιγμένος? — развитой, современный — επιδεινώνομαι — ξεκοτσάρω — σκιέρ — σκωπτικότητα — ξαναφκιάνω — απολισθαίνω — λιάνωμα — μισητός — λουτράρης — φλεβοκομβικός — ατελεσφόρητος — κομπέρ — ακατάβρεχτος — ακακία — τριτοετής — δημαρχία — σωματομετρικός — ορχηστική — εξηγιούμαι — αναριάζω — γλυκοσάλιασμα |
|||