|
η волчий голод #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово волчий голод? — γαϊδουροπείνα как с (ново)греческого переводится слово γαϊδουροπείνα? — волчий голод — ορθοφροσύνη — χιονόνερο — γουστέρα — άπνοια — στιβάδα — μοντερνισμός — λασπουριά — Δήμητρα — τζοβαΐρι — προϋπηρετώ — χαμόβατος — μαλαχτικός — αλαφρογλυστρώ — ματσαράγκας — θηριοδαμάστρια — ακατέργαστος — ανατροχάζω — μονομάχος — επιβάλλων — δασύτης — ωμικός |
|||