|
το цедилка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово цедилка? — στραγγιστήρι как с (ново)греческого переводится слово στραγγιστήρι? — цедилка — φλομπέρ — ρεπουμπλικάνος — μισάνθρωπος — μαστίτις — βήμα — καβουρόψυχα — βραδύγλωσσος — κορινθιακός — προπέρυσι — λαχταράω — επιμεταλλωτικός — πυρηνέλαιο — γεννοβόλι — σκαμπιλίζω — νενομισμένος — φωνιάζω — ολιγοστεύω — κλαίομαι — ξενητεύομαι — σπουδαχτικός — αποναρκωτικός |
|||