|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γκαρνταρόμπα? — — πνευμονόκοκκος — μεταίχμιο — γεντέκι — γαλατού — αναρριχήτρια — ξαρμπουρίζω — εξοβέλιση — οίαξ — καρδιαλγία — βουνοπλαγιά — περιυβρίζω — τετράδιο — αρνησίδοξος — βρουχιούμαι — άδοξος — απεικασμός — προτεσταντικός — παρατσούκλι — εμπορούπάλληλος — διοργανώνω — προεκτείνω |
|||