Новогреческий словарь
προσκυνήτρια
προσκυνήτρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
προσκυνήτρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
χλεμπονιάρης
—
στρυχνινισμός
—
εννεακόσιοι
—
ασφόδελος
—
απολλοτριωτός
—
παραπλωτήρ
—
ηπατοκήλη
—
ξεμαθαίνω
—
συζητω
—
καταψύχω
—
οπλισμός
—
ελάττωμα
—
πνευματισμός
—
αναγυρίζω
—
υπερδομή
—
αναπλειστηριασμός
—
λευκαίνω
—
ασκήμια
—
συμπεφυρμένος
—
μυριστικά
—
χαλικοστρώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве