τεκμηριωμένος

формы словаβ
τεκμηριωμένος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово τεκμηριωμένος? —


αντεισαγγελεύωμαυροκόκκινοςσαράφισσαλουκουματζήςκακοτυχίζωμονοθάλαμοςψευδοπαράλυσηξεσυνερίζομαιανεμοδούριανάχυμαβαμβακοπαραγωγήεγγαστρωμίνηδιατίθεμαιαναλυτόςναυαγιαίρεσημανθόσουπαγοδέρισμααρχαιοσυλλέκτηςμαύλισμανάρδινοςλευκόσημον




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit