|
девять раз #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово девять раз? — εννεάκις как с (ново)греческого переводится слово εννεάκις? — девять раз — πιάστρα — ουρανοκατέβατος — μικροβιομετρία — σκορπάω — θλίβομαι — φρεσκαδούρα — ολύμπιος — εκατομμυριούχα — τροχήλατο — χαρτζιλικώνω — προπύλαια — συσσωματικός — παιδαγώγησις — αρχαιομανία — αιωνόβιος — ασβεσταρειά — βοτανιάζω — πρώτον — αφάτνωτος — αιτιολογημένος — επίγραμμα |
|||