κεκανονισμένα

формы словаβ
κεκανονισμένα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово κεκανονισμένα? —


γαιάνθρακοςτραπεζοϋπάλληλοςαχαράμιστοςσουπίτσαωρίμασμαρεζέςζέφυροςπυριόβολοκληρονομικάπρυμνοδέτηςδασμολογώιονιστήςζαρκάδιφορητόςαρκτόμυςαντευεργέτημακατάφαρκτοςεκκαθαριστήςομοθυμαδόναπόμεροςογρός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit