|
пятьсот #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пятьсот? — πεντακόσιοι как с (ново)греческого переводится слово πεντακόσιοι? — пятьсот — προσύλληψη — κηπουρός — μηδενίζω — πίστρα — δραματοποιώ — βαριέμαι — χορωδία — ξεκινώ — έσχατος — αμνίον — φτερωτός — κατατρύχω — ξεχωνιάζω — φωνομιμητική — ξυπνώ — κουραφέξαλα — μετροφωτογραφία — ξαναπαντρεύω — μωλωπίζω — λεοντοκεφαλη — κριθαρόψωμο |
|||